Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραδοξία
παραδοξογράφος
παραδοξολογέω
παραδοξολογία
παραδοξολόγος
παραδοξονίκης
παραδοξοποιός
παράδοξος
παραδοξότης
παραδόσιμος
παράδοσις
παραδοτέος
παραδοτός
παραδοχή
παραδοχικός
παραδόχιμος
παραδράω
παραδρομάδην
παράδρομαξ
παραδρομή
παραδρομίς
View word page
παράδοσις
a handing down, transmission

ShortDef

a handing down, transmission

Debugging

Headword:
παράδοσις
Headword (normalized):
παράδοσις
Headword (normalized/stripped):
παραδοσις
IDX:
65463
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65464
Key:

Data

{'content': 'a handing down, transmission'}