Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραγωγίς
παράγωγος
παραγωγός
παραγώνιος
παραγωνίσκος
παραδαίνυμαι
παραδακρύω
παραδαρθάνω
παράδειγμα
παραδειγματάριον
παραδειγματίζω
παραδειγματικός
παραδειγμάτιον
παραδειγματισμός
παραδειγματιστέον
παραδειγματώδης
παραδείκνυμι
παραδεικτέον
παράδειξις
παραδειπνέομαι
παραδείπνια
View word page
παραδειγματίζω
to make an example of

ShortDef

to make an example of

Debugging

Headword:
παραδειγματίζω
Headword (normalized):
παραδειγματίζω
Headword (normalized/stripped):
παραδειγματιζω
IDX:
65410
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65411
Key:

Data

{'content': 'to make an example of'}