Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράγραφος
παραγράφω
παραγράψιμος
παραγρυπνέω
παράγυμνος
παραγυμνόω
παραγχυσία
παράγω
παραγωγεύς
παραγωγή
παραγωγιάζω
παραγώγιον
παραγωγίς
παράγωγος
παραγωγός
παραγώνιος
παραγωνίσκος
παραδαίνυμαι
παραδακρύω
παραδαρθάνω
παράδειγμα
View word page
παραγωγιάζω
levy toll on ships visiting a port

ShortDef

levy toll on ships visiting a port

Debugging

Headword:
παραγωγιάζω
Headword (normalized):
παραγωγιάζω
Headword (normalized/stripped):
παραγωγιαζω
IDX:
65398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65399
Key:

Data

{'content': 'levy toll on ships visiting a port'}