Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραγραπτέον
παράγραπτος
παραγραφή
παραγραφικός
παραγραφίς
παράγραφος
παραγράφω
παραγράψιμος
παραγρυπνέω
παράγυμνος
παραγυμνόω
παραγχυσία
παράγω
παραγωγεύς
παραγωγή
παραγωγιάζω
παραγώγιον
παραγωγίς
παράγωγος
παραγωγός
παραγώνιος
View word page
παραγυμνόω
to lay bare at the side

ShortDef

to lay bare at the side

Debugging

Headword:
παραγυμνόω
Headword (normalized):
παραγυμνόω
Headword (normalized/stripped):
παραγυμνοω
IDX:
65393
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65394
Key:

Data

{'content': 'to lay bare at the side'}