Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράγνυμι
παραγόρευσις
παράγραμμα
παραγραμματεύω
παραγραμματίζω
παραγραμμάτισις
παραγραμμίζω
παραγραπτέον
παράγραπτος
παραγραφή
παραγραφικός
παραγραφίς
παράγραφος
παραγράφω
παραγράψιμος
παραγρυπνέω
παράγυμνος
παραγυμνόω
παραγχυσία
παράγω
παραγωγεύς
View word page
παραγραφικός
in the form of a παραγραφή II.1

ShortDef

in the form of a παραγραφή II.1

Debugging

Headword:
παραγραφικός
Headword (normalized):
παραγραφικός
Headword (normalized/stripped):
παραγραφικος
IDX:
65386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65387
Key:

Data

{'content': 'in the form of a παραγραφή II.1'}