Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραγιγνώσκω
παραγκαλίζομαι
παραγκάλισμα
παραγκιστρόομαι
παραγκωνίζω
παραγκωνιστής
παράγλουτος
παραγλύφω
παραγναθίδιος
παραγναθίς
παραγνάμπτω
παράγνυμι
παραγόρευσις
παράγραμμα
παραγραμματεύω
παραγραμματίζω
παραγραμμάτισις
παραγραμμίζω
παραγραπτέον
παράγραπτος
παραγραφή
View word page
παραγνάμπτω
pass by
ShortDef
pass by
Debugging
Headword:
παραγνάμπτω
Headword (normalized):
παραγνάμπτω
Headword (normalized/stripped):
παραγναμπτω
IDX:
65375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65376
Key:
Data
{'content': 'pass by'}