Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παράβολος
παραβόσκω
παραβουκολέω
παραβραβεύω
παράβροχον
παράβυσμα
παράβυστος
παραβύω
παραβώμιος
παραγαύδης
παραγγαρεία
παραγγελεύς
παραγγελία
παραγγέλλω
παράγγελμα
παραγγελματικός
παράγγελσις
παράγειος
παραγεμιστή
παραγένησις
παραγεύω
View word page
παραγγαρεία
extra transport provision
ShortDef
extra transport provision
Debugging
Headword:
παραγγαρεία
Headword (normalized):
παραγγαρεία
Headword (normalized/stripped):
παραγγαρεια
IDX:
65351
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65352
Key:
Data
{'content': 'extra transport provision'}