Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραβλήδην
παράβλημα
παραβλής
παραβλητέος
παραβλητικός
παραβλητός
παραβλύζω
παραβλώσκω
παραβλώψ
παραβοάω
παραβοήθεια
παραβοηθέω
παραβοήθημα
παραβολᾶνοι
παραβολεύομαι
παραβολή
παραβολικός
παραβόλιον
παραβολοειδής
παράβολος
παραβόσκω
View word page
παραβοήθεια
help, aid, succour

ShortDef

help, aid, succour

Debugging

Headword:
παραβοήθεια
Headword (normalized):
παραβοήθεια
Headword (normalized/stripped):
παραβοηθεια
IDX:
65332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65333
Key:

Data

{'content': 'help, aid, succour'}