Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραβλαστητικός
παράβλεμμα
παραβλέπω
παράβλεψις
παραβλήδην
παράβλημα
παραβλής
παραβλητέος
παραβλητικός
παραβλητός
παραβλύζω
παραβλώσκω
παραβλώψ
παραβοάω
παραβοήθεια
παραβοηθέω
παραβοήθημα
παραβολᾶνοι
παραβολεύομαι
παραβολή
παραβολικός
View word page
παραβλύζω
spirt out, disgorge

ShortDef

spirt out, disgorge

Debugging

Headword:
παραβλύζω
Headword (normalized):
παραβλύζω
Headword (normalized/stripped):
παραβλυζω
IDX:
65328
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65329
Key:

Data

{'content': 'spirt out, disgorge'}