Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραβαπτιστής
παραβαπτός
παραβάπτω
παραβαρβαρίζω
παραβασιλεύω
παράβασις
παραβάσκω
παραβατέον
παραβατέω
παραβάτης
παραβατικός
παραβάτις
παραβατός
παραβεβλημένως
παραβιάζομαι
παραβίας
παραβιασμός
παραβιβάζω
παραβλάπτω
παραβλαστάνω
παραβλάστη
View word page
παραβατικός
disposed to transgress

ShortDef

disposed to transgress

Debugging

Headword:
παραβατικός
Headword (normalized):
παραβατικός
Headword (normalized/stripped):
παραβατικος
IDX:
65307
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65308
Key:

Data

{'content': 'disposed to transgress'}