Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παντοφόβος
παντοφυής
παντόφυρτος
παντοχάρυβδις
παντόχροος
πάντρητος
πάντρομος
πάντροπος
πάντροφος
παντρόφος
παντυχία
παντώνυμος
πάντως
πάνυ
πάνυγρος
πανυπείροχος
πανυπέρτατος
πανυπέρφρων
πάνυσσα
πανύστατος
πανῳδός
View word page
παντυχία
general prosperity

ShortDef

general prosperity

Debugging

Headword:
παντυχία
Headword (normalized):
παντυχία
Headword (normalized/stripped):
παντυχια
IDX:
65233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65234
Key:

Data

{'content': 'general prosperity'}