Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παντοφαγία
παντοφάγος
παντοφάρυγξ
παντόφθαλμος
παντοφόβος
παντοφυής
παντόφυρτος
παντοχάρυβδις
παντόχροος
πάντρητος
πάντρομος
πάντροπος
πάντροφος
παντρόφος
παντυχία
παντώνυμος
πάντως
πάνυ
πάνυγρος
πανυπείροχος
πανυπέρτατος
View word page
πάντρομος
all-trembling

ShortDef

all-trembling

Debugging

Headword:
πάντρομος
Headword (normalized):
πάντρομος
Headword (normalized/stripped):
παντρομος
IDX:
65229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65230
Key:

Data

{'content': 'all-trembling'}