Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παντορέκτης
πάντοσε
παντοσώματος
πάντοτε
παντότεκνος
παντότης
παντοτινάκτης
παντοῦχος
παντοφαγία
παντοφάγος
παντοφάρυγξ
παντόφθαλμος
παντοφόβος
παντοφυής
παντόφυρτος
παντοχάρυβδις
παντόχροος
πάντρητος
πάντρομος
πάντροπος
πάντροφος
View word page
παντοφάρυγξ
glutton

ShortDef

glutton

Debugging

Headword:
παντοφάρυγξ
Headword (normalized):
παντοφάρυγξ
Headword (normalized/stripped):
παντοφαρυγξ
IDX:
65221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65222
Key:

Data

{'content': 'glutton'}