Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παντόμωρος
παντονίκης
παντοπαθής
παντοποιός
παντοπόρος
παντοπωλέω
παντοπώλης
παντοπωλία
παντοπώλιον
παντορέκτης
πάντοσε
παντοσώματος
πάντοτε
παντότεκνος
παντότης
παντοτινάκτης
παντοῦχος
παντοφαγία
παντοφάγος
παντοφάρυγξ
παντόφθαλμος
View word page
πάντοσε
every way, in all directions
ShortDef
every way, in all directions
Debugging
Headword:
πάντοσε
Headword (normalized):
πάντοσε
Headword (normalized/stripped):
παντοσε
IDX:
65212
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65213
Key:
Data
{'content': 'every way, in all directions'}