Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παντοδύναμος
παντοεπής
παντοεργός
παντοθαλής
πάντοθεν
πάντοθι
παντοιάς
παντοῖος
παντοκρατέω
παντοκρατορία
παντοκράτωρ
παντολέτειρα
παντολιγοχρόνιος
πάντολμος
παντολόγος
παντομεταβόλος
παντομιγής
παντόμιμος
παντομισής
παντόμορφος
παντόμωρος
View word page
παντοκράτωρ
almighty
ShortDef
almighty
Debugging
Headword:
παντοκράτωρ
Headword (normalized):
παντοκράτωρ
Headword (normalized/stripped):
παντοκρατωρ
IDX:
65192
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65193
Key:
Data
{'content': 'almighty'}