Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πανταχοῦ
πανταχῶς
παντειδήμων
παντέλεια
παντέλειος
παντελειόω
παντελής
παντενέργητος
παντεπίσκοπος
παντεπόπτης
παντερπής
παντεύμορφος
παντευχία
πάντευχος
πάντεχνος
πάντῃ
παντιβόλος
πάντιμος
πάντιν
παντλήμων
παντοβαρής
View word page
παντερπής
all-delighting

ShortDef

all-delighting

Debugging

Headword:
παντερπής
Headword (normalized):
παντερπής
Headword (normalized/stripped):
παντερπης
IDX:
65161
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65162
Key:

Data

{'content': 'all-delighting'}