Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πάννικος
πάννος
παννυχεύω
παννυχίζω
παννυχικός
παννύχιος
παννυχίς
παννυχισμός
παννυχιστής
πάννυχος
πανόδυρτος
πάνοιζυς
πανοικεσίᾳ
πανοικία
πανοικίᾳ
πανοίκιος
πανοικτιστής
πανοίμοι
πανόλβιος
Πανόληπτος
πανομιλεί
View word page
πανόδυρτος
most lamentable

ShortDef

most lamentable

Debugging

Headword:
πανόδυρτος
Headword (normalized):
πανόδυρτος
Headword (normalized/stripped):
πανοδυρτος
IDX:
65051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65052
Key:

Data

{'content': 'most lamentable'}