Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πανεπήκοος
πανεπήρατος
πανεπήτριμος
πανεπίκλοπος
πανεπίσκοπος
πανεπιστήμων
πανεπίφρων
πανεπόπτης
πανεπόρφνιος
πανεπόψιος
πανεργέτης
πανέρημος
πανέσπερος
πανέστιος
πανέσχατος
πάνετες
πανέτης
πανετήτυμος
πανετώσιος
πανευγενής
πανευδαίμων
View word page
πανεργέτης
all-effecting

ShortDef

all-effecting

Debugging

Headword:
πανεργέτης
Headword (normalized):
πανεργέτης
Headword (normalized/stripped):
πανεργετης
IDX:
64955
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64956
Key:

Data

{'content': 'all-effecting'}