Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πανδερκής
πανδέτης
πανδεχής
πανδημεί
πανδημία
πανδήμιος
πάνδημος
Πάνδια
πάνδικος
Πανδιονίδης
Πανδιονίς
πανδῖος
Πανδίων
πανδόκεια
πανδοκεία
πανδοκεῖον
πανδοκεύς
πανδόκευσις
πανδοκεύτρια
πανδοκεύω
πανδοκέω
View word page
Πανδιονίς
daughter of Pandion

ShortDef

daughter of Pandion

Debugging

Headword:
Πανδιονίς
Headword (normalized):
πανδιονίς
Headword (normalized/stripped):
πανδιονις
IDX:
64898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64899
Key:

Data

{'content': 'daughter of Pandion'}