Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Παμφυλιάρχης
Παμφύλιος
πάμφυλος
Πάμφυλος
πάμφυρτος
πάμφωνος
Πάμφως
πάμψεκτος
παμψέκτωρ
παμψηφεί
πάμψυχος
παμωχέω
πάν
Πάν
πάναβρος
παναγαθία
πανάγαθος
παναγής
πανάγητος
πανάγιος
πανάγρετος
View word page
πάμψυχος
with all his soul
ShortDef
with all his soul
Debugging
Headword:
πάμψυχος
Headword (normalized):
πάμψυχος
Headword (normalized/stripped):
παμψυχος
IDX:
64770
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64771
Key:
Data
{'content': 'with all his soul'}