Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παμμήκης
πάμμηνις
πάμμηνος
παμμήστωρ
παμμῆτις
παμμήτωρ
παμμίαρος
παμμιγής
πάμμικρος
πάμμορος
πάμμορφος
πάμμουσος
παμμύριος
παμμυσαρός
πάμνηστος
παμπαθής
παμπαιδί
παμπάλαιος
πάμπαλιν
παμπάμων
πάμπαν
View word page
πάμμορφος
assuming all forms

ShortDef

assuming all forms

Debugging

Headword:
πάμμορφος
Headword (normalized):
πάμμορφος
Headword (normalized/stripped):
παμμορφος
IDX:
64701
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64702
Key:

Data

{'content': 'assuming all forms'}