Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παμμαχία
πάμμαχος
πάμμεγας
παμμεγέθης
παμμείλιχος
παμμέλας
παμμελής
πάμμεστος
πάμμετρος
παμμήκης
πάμμηνις
πάμμηνος
παμμήστωρ
παμμῆτις
παμμήτωρ
παμμίαρος
παμμιγής
πάμμικρος
πάμμορος
πάμμορφος
πάμμουσος
View word page
πάμμηνις
lighted by the full moon

ShortDef

lighted by the full moon

Debugging

Headword:
πάμμηνις
Headword (normalized):
πάμμηνις
Headword (normalized/stripped):
παμμηνις
IDX:
64692
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64693
Key:

Data

{'content': 'lighted by the full moon'}