Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παλιουρίς
παλίουρος
παλιουροφόρος
παλιρροέω
παλιρρόθιος
παλίρροια
παλίρροιβδος
παλίρροος
παλίρροπος
παλίρροχθος
παλιρρύμη
παλίρρυτος
παλίσσυρτος
παλισσυτέω
παλίσσυτος
παλιτραχηλίζω
παλίωξις
πάλλα
Παλλάδιον
παλλακεία
παλλακεύομαι
View word page
παλιρρύμη
a rush backwards, back-flow
ShortDef
a rush backwards, back-flow
Debugging
Headword:
παλιρρύμη
Headword (normalized):
παλιρρύμη
Headword (normalized/stripped):
παλιρρυμη
IDX:
64623
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64624
Key:
Data
{'content': 'a rush backwards, back-flow'}