Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παλινηνεμία
παλινίδρυσις
παλινλιθηγία
παλίννοστος
παλινοδέομαι
παλινοδία
παλινόρμενος
παλίνορσος
παλίνορτος
παλινοστέω
παλινόστιμος
παλίνουρος
παλίνσκιος
παλινσκοπιά
παλίνσοος
παλίνσους
παλινστατέω
παλινστομέω
παλινστραφής
παλίνστρεπτος
παλινστρόβητος
View word page
παλινόστιμος
returning
ShortDef
returning
Debugging
Headword:
παλινόστιμος
Headword (normalized):
παλινόστιμος
Headword (normalized/stripped):
παλινοστιμος
IDX:
64585
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64586
Key:
Data
{'content': 'returning'}