Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παλινδίωξις
παλινδορία
παλινδρομέω
παλινδρομία
παλινδρομικός
παλίνδρομος
παλίνεδρος
παλινεκχυμενίτας
παλινέμπορος
παλίνζῳος
παλινηνεμία
παλινίδρυσις
παλινλιθηγία
παλίννοστος
παλινοδέομαι
παλινοδία
παλινόρμενος
παλίνορσος
παλίνορτος
παλινοστέω
παλινόστιμος
View word page
παλινηνεμία
a returning calm

ShortDef

a returning calm

Debugging

Headword:
παλινηνεμία
Headword (normalized):
παλινηνεμία
Headword (normalized/stripped):
παλινηνεμια
IDX:
64575
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64576
Key:

Data

{'content': 'a returning calm'}