Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παλίμπορος
παλίμποτον
παλίμπους
παλιμπρατέω
παλίμπρατος
παλιμπροδοσία
παλιμπροδότης
παλιμπρυμνηδόν
παλίμπρυμνος
παλιμπυγηδόν
παλίμφημος
παλίμφοιτος
παλίμφρων
παλιμφυής
παλίμψηκτρον
παλίμψηστος
πάλιν
παλινάγγελος
παλινάγρετος
παλιναίρετος
παλιναυξής
View word page
παλίμφημος
recanting

ShortDef

recanting

Debugging

Headword:
παλίμφημος
Headword (normalized):
παλίμφημος
Headword (normalized/stripped):
παλιμφημος
IDX:
64547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64548
Key:

Data

{'content': 'recanting'}