Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παλίμπνοος
παλίμποινος
παλίμπορος
παλίμποτον
παλίμπους
παλιμπρατέω
παλίμπρατος
παλιμπροδοσία
παλιμπροδότης
παλιμπρυμνηδόν
παλίμπρυμνος
παλιμπυγηδόν
παλίμφημος
παλίμφοιτος
παλίμφρων
παλιμφυής
παλίμψηκτρον
παλίμψηστος
πάλιν
παλινάγγελος
παλινάγρετος
View word page
παλίμπρυμνος
back to the stern

ShortDef

back to the stern

Debugging

Headword:
παλίμπρυμνος
Headword (normalized):
παλίμπρυμνος
Headword (normalized/stripped):
παλιμπρυμνος
IDX:
64545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64546
Key:

Data

{'content': 'back to the stern'}