Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναρριχάομαι
ἀναρρίχησις
ἀνάρριψις
ἀναρροθιάζω
ἀνάρροια
ἀναρροιβδέω
ἀναρροίβδησις
ἀναρροιζέω
ἀναρροπία
ἀνάρροπος
ἀνάρρους
ἀναρροφέω
ἀναρρόφημα
ἀναρρόφησις
ἀναρροχθέω
ἀναρρυθμίζω
ἀνάρρυμα
ἀνάρρυσις
ἀναρρύω
ἀναρρώννυμι
ἀναρρώομαι
View word page
ἀνάρρους
upward flow

ShortDef

upward flow

Debugging

Headword:
ἀνάρρους
Headword (normalized):
ἀνάρρους
Headword (normalized/stripped):
αναρρους
IDX:
6443
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6444
Key:

Data

{'content': 'upward flow'}