Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Παιώνια
παιωνία
παιωνιά
παιωνίζω
παιωνικός
παιώνιος
Παιώνιος2
παιωνισμός
πακτεύω
πάκτον
πακτόω
Πάκτυες
Πακτύη
Πακτύης
Πακτωλός
πάκτων
πακτωνίτης
πάκτωσις
πάλα
παλαγμός
παλάθη
View word page
πακτόω
to fasten, make fast

ShortDef

to fasten, make fast

Debugging

Headword:
πακτόω
Headword (normalized):
πακτόω
Headword (normalized/stripped):
πακτοω
IDX:
64405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64406
Key:

Data

{'content': 'to fasten, make fast'}