Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παίω
Παίων
Παιώνια
παιωνία
παιωνιά
παιωνίζω
παιωνικός
παιώνιος
Παιώνιος2
παιωνισμός
πακτεύω
πάκτον
πακτόω
Πάκτυες
Πακτύη
Πακτύης
Πακτωλός
πάκτων
πακτωνίτης
πάκτωσις
πάλα
View word page
πακτεύω
(pactum), come to terms

ShortDef

(pactum), come to terms

Debugging

Headword:
πακτεύω
Headword (normalized):
πακτεύω
Headword (normalized/stripped):
πακτευω
IDX:
64403
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64404
Key:

Data

{'content': '(pactum), come to terms'}