Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάρρινον
ἀναρριπίζω
ἀναρριπτέω
ἀναρρίπτω
ἀναρριχάομαι
ἀναρρίχησις
ἀνάρριψις
ἀναρροθιάζω
ἀνάρροια
ἀναρροιβδέω
ἀναρροίβδησις
ἀναρροιζέω
ἀναρροπία
ἀνάρροπος
ἀνάρρους
ἀναρροφέω
ἀναρρόφημα
ἀναρρόφησις
ἀναρροχθέω
ἀναρρυθμίζω
ἀνάρρυμα
View word page
ἀναρροίβδησις
a sucking down

ShortDef

a sucking down

Debugging

Headword:
ἀναρροίβδησις
Headword (normalized):
ἀναρροίβδησις
Headword (normalized/stripped):
αναρροιβδησις
IDX:
6439
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6440
Key:

Data

{'content': 'a sucking down'}