Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παιδοσπορέω
παιδοσπόρος
παιδοτόκος
παιδοτριβέω
παιδοτρίβης
παιδοτριβία
παιδοτριβικός
παιδοτροφέω
παιδοτροφία
παιδοτρόφιον
παιδοτρόφος
παιδότρωτος
παιδουργέω
παιδουργία
παιδοῦς
παιδοφάγος
παιδοφιλέω
παιδόφιλος
παιδοφονεύς
παιδοφονία
παιδοφόνος
View word page
παιδοτρόφος
rearing boys
ShortDef
rearing boys
Debugging
Headword:
παιδοτρόφος
Headword (normalized):
παιδοτρόφος
Headword (normalized/stripped):
παιδοτροφος
IDX:
64354
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64355
Key:
Data
{'content': 'rearing boys'}