Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παιδιόθεν
παιδίον
παιδιότης
παιδισκάριον
παιδισκεῖος
παιδίσκη
παιδισκιωρός
παιδίσκος
παιδιώδης
παιδνός
παιδοβόρος
παιδοβοσκός
παιδοβρώς
παιδοβρωσία
παιδόβρωτος
παιδογονία
παιδογόνια
παιδογόνος
παιδοδιδάσκαλος
παίδοθεν
παιδοκομέω
View word page
παιδοβόρος
child-eating
ShortDef
child-eating
Debugging
Headword:
παιδοβόρος
Headword (normalized):
παιδοβόρος
Headword (normalized/stripped):
παιδοβορος
IDX:
64305
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64306
Key:
Data
{'content': 'child-eating'}