Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παιδεραστικός
παιδέρως
παίδευμα
παίδευσις
παιδευτέος
παιδευτήριον
παιδευτής
παιδευτικός
παιδευτός
παιδεύω
παιδήϊος
παιδία
παιδιά
παιδιακός
παιδικά
παιδικόν
παιδικός
παιδικυνηγεσία
παιδιόθεν
παιδίον
παιδιότης
View word page
παιδήϊος
of a child; n.pl. festival of a φρατρία on the admission of a child
ShortDef
of a child; n.pl. festival of a φρατρία on the admission of a child
Debugging
Headword:
παιδήϊος
Headword (normalized):
παιδήϊος
Headword (normalized/stripped):
παιδηιος
IDX:
64287
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64288
Key:
Data
{'content': 'of a child; n.pl. festival of a φρατρία on the admission of a child'}