Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παιδεραστέω
παιδεραστής
παιδεραστία
παιδεραστικός
παιδέρως
παίδευμα
παίδευσις
παιδευτέος
παιδευτήριον
παιδευτής
παιδευτικός
παιδευτός
παιδεύω
παιδήϊος
παιδία
παιδιά
παιδιακός
παιδικά
παιδικόν
παιδικός
παιδικυνηγεσία
View word page
παιδευτικός
of or for teaching

ShortDef

of or for teaching

Debugging

Headword:
παιδευτικός
Headword (normalized):
παιδευτικός
Headword (normalized/stripped):
παιδευτικος
IDX:
64284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64285
Key:

Data

{'content': 'of or for teaching'}