Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παιγνήμων
παιγνία
παιγνιαγράφος
παιγνιήμων
παίγνιον
παίγνιος
παιγνιώδης
παιδαγωγεῖον
παιδαγωγέω
παιδαγώγημα
παιδαγωγία
παιδαγωγικός
παιδαγωγός
παιδαριεύομαι
παιδαρικός
παιδάριον
παιδαριοτρόφος
παιδαριώδης
παιδεία
παίδειος
παιδεραστέω
View word page
παιδαγωγία
office of a παιδαγωγός

ShortDef

office of a παιδαγωγός

Debugging

Headword:
παιδαγωγία
Headword (normalized):
παιδαγωγία
Headword (normalized/stripped):
παιδαγωγια
IDX:
64264
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64265
Key:

Data

{'content': 'office of a παιδαγωγός'}