Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πάγγεος
παγγέωργος
παγγήρως
παγγλυκερός
παγγλωσσία
πάγγλωσσος
πάγγυμνος
παγγυναικί
παγερός
παγετός
παγετώδης
παγεύς
πάγη
παγιδάμεια
παγίδευμα
παγιδεύω
παγίδιον
πάγιος
παγιότης
παγιόω
παγίς
View word page
παγετώδης
frosty, ice-cold

ShortDef

frosty, ice-cold

Debugging

Headword:
παγετώδης
Headword (normalized):
παγετώδης
Headword (normalized/stripped):
παγετωδης
IDX:
64155
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64156
Key:

Data

{'content': 'frosty, ice-cold'}