Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Παγασαί
Παγασαῖος
Παγασηΐς
Πάγγαιον
παγγέλοιος
παγγενεί
παγγενέτειρα
παγγενέτης
πάγγεος
παγγέωργος
παγγήρως
παγγλυκερός
παγγλωσσία
πάγγλωσσος
πάγγυμνος
παγγυναικί
παγερός
παγετός
παγετώδης
παγεύς
πάγη
View word page
παγγήρως
very old
ShortDef
very old
Debugging
Headword:
παγγήρως
Headword (normalized):
παγγήρως
Headword (normalized/stripped):
παγγηρως
IDX:
64147
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64148
Key:
Data
{'content': 'very old'}