Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀψωνιοδόκος
ὀψώνιον
ὀψωνιοπώλης
πʹ
πᾶ
πᾷ
πᾳ
παγανικός
παγανός
παγάομαι
παγαρχέω
παγάρχης
παγαρχία
παγαρχικός
Παγασαί
Παγασαῖος
Παγασηΐς
Πάγγαιον
παγγέλοιος
παγγενεί
παγγενέτειρα
View word page
παγαρχέω
hold office of παγάρχης

ShortDef

hold office of παγάρχης

Debugging

Headword:
παγαρχέω
Headword (normalized):
παγαρχέω
Headword (normalized/stripped):
παγαρχεω
IDX:
64133
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64134
Key:

Data

{'content': 'hold office of παγάρχης'}