Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀψοποιία
ὀψοποιικός
ὀψοποιός
ὀψοπόνος
ὀψοπώλης
ὀψοπωλία
ὀψοπώλιον
ὀψοφαγέω
ὀψοφαγία
ὀψοφάγος
ὀψοφόρος
ὀψωνάτωρ
ὀψωνέω
ὀψώνης
ὀψωνητικός
ὀψωνία
ὀψωνιάζω
ὀψωνιασμός
ὀψωνιαστής
ὀψωνιοδόκος
ὀψώνιον
View word page
ὀψοφόρος
carrying food
ShortDef
carrying food
Debugging
Headword:
ὀψοφόρος
Headword (normalized):
ὀψοφόρος
Headword (normalized/stripped):
οψοφορος
IDX:
64114
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64115
Key:
Data
{'content': 'carrying food'}