Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀψίσπορος
ὀψίτεκνος
ὀψιτέλεστος
ὀψίτομος
ὀψίτυχος
ὀψιφόρος
ὀψίφυγος
ὀψοδαίδαλος
ὀψοδεία
ὀψοθήκη
ὀψολογία
ὀψολόγιον
ὀψολόγος
ὀψομανής
ὀψομανία
ὄψον
ὀψονομέω
ὀψονόμος
ὀψοποιεῖον
ὀψοποιέομαι
ὀψοποιέω
View word page
ὀψολογία
cookery
ShortDef
cookery
Debugging
Headword:
ὀψολογία
Headword (normalized):
ὀψολογία
Headword (normalized/stripped):
οψολογια
IDX:
64091
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64092
Key:
Data
{'content': 'cookery'}