Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναρίθμητος
ἀνάριθμος
ἀναριστέω
ἀναρίστητος
ἀναριστία
ἀνάριστος
ἄναρκτος
ἀνάρμενος
ἀναρμόδιος
ἄναρμος
ἀναρμοστέω
ἀναρμοστία
ἀνάρμοστος
ἀναροτρίαστος
ἀναρπάγδην
ἀναρπαγή
ἀναρπάζω
ἀναρπαστέον
ἀναρπαστός
ἀναρραΐζω
ἀναρραίνω
View word page
ἀναρμοστέω
not to fit
ShortDef
not to fit
Debugging
Headword:
ἀναρμοστέω
Headword (normalized):
ἀναρμοστέω
Headword (normalized/stripped):
αναρμοστεω
IDX:
6406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6407
Key:
Data
{'content': 'not to fit'}