Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀψαμάτης
ὄψανον
ὀψάομαι
ὀψάριον
ὀψαριοπωλεῖον
ὀψαριοπώλης
ὀψαρότης
ὀψαρτυσία
ὀψαρτυτής
ὀψαρτυτικός
ὀψαρτύω
ὀψέ
ὀψείω
ὄψημα
ὀψημέρα
ὀψία
ὀψιανθέω
ὀψιανθής
ὀψιανός
ὀψιβλαστέω
ὀψιβλαστής
View word page
ὀψαρτύω
dress
ShortDef
dress
Debugging
Headword:
ὀψαρτύω
Headword (normalized):
ὀψαρτύω
Headword (normalized/stripped):
οψαρτυω
IDX:
64045
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-64046
Key:
Data
{'content': 'dress'}