Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀχετηγός
ὀχετόκρανον
ὀχετός
ὄχευμα
ὀχεύς
ὀχευτής
ὀχευτικός
ὀχεύω
ὀχέω
ὀχή
ὄχημα
ὀχηματικός
ὄχησις
ὄχθα
ὄχθαν
ὀχθέω
ὄχθη
ὀχθηρός
ὄχθησις
ὄχθοιβος
ὄχθος
View word page
ὄχημα
anything that bears
ShortDef
anything that bears
Debugging
Headword:
ὄχημα
Headword (normalized):
ὄχημα
Headword (normalized/stripped):
οχημα
IDX:
63977
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63978
Key:
Data
{'content': 'anything that bears'}