Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀχεά
ὀχεία
ὀχεῖον
ὀχεῖος
ὀχεταγωγία
ὀχετάριος
ὀχετεία
ὀχέτευμα
ὀχετεύω
ὀχετηγέω
ὀχετηγία
ὀχετηγός
ὀχετόκρανον
ὀχετός
ὄχευμα
ὀχεύς
ὀχευτής
ὀχευτικός
ὀχεύω
ὀχέω
ὀχή
View word page
ὀχετηγία
irrigation by ditches

ShortDef

irrigation by ditches

Debugging

Headword:
ὀχετηγία
Headword (normalized):
ὀχετηγία
Headword (normalized/stripped):
οχετηγια
IDX:
63966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63967
Key:

Data

{'content': 'irrigation by ditches'}