Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀφρυώδης
ὀφρύωσις
ὀφύη
ὄχα
ὄχανον
ὀχάομαι
ὀχεά
ὀχεία
ὀχεῖον
ὀχεῖος
ὀχεταγωγία
ὀχετάριος
ὀχετεία
ὀχέτευμα
ὀχετεύω
ὀχετηγέω
ὀχετηγία
ὀχετηγός
ὀχετόκρανον
ὀχετός
ὄχευμα
View word page
ὀχεταγωγία
irrigation by ditches

ShortDef

irrigation by ditches

Debugging

Headword:
ὀχεταγωγία
Headword (normalized):
ὀχεταγωγία
Headword (normalized/stripped):
οχεταγωγια
IDX:
63960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63961
Key:

Data

{'content': 'irrigation by ditches'}