Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀφρυάζω
ὀφρυανασπασίδης
ὀφρυάω
ὀφρύη
ὀφρύκνηστον
ὀφρυόεις
ὀφρυόομαι
ὀφρυόσκιος
ὀφρῦς
ὀφρύς
ὀφρυώδης
ὀφρύωσις
ὀφύη
ὄχα
ὄχανον
ὀχάομαι
ὀχεά
ὀχεία
ὀχεῖον
ὀχεῖος
ὀχεταγωγία
View word page
ὀφρυώδης
projecting
ShortDef
projecting
Debugging
Headword:
ὀφρυώδης
Headword (normalized):
ὀφρυώδης
Headword (normalized/stripped):
οφρυωδης
IDX:
63950
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63951
Key:
Data
{'content': 'projecting'}