Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀφιοπρόσωπος
ὀφιοσκόροδον
ὀφιόσπαρτος
ὀφιοστάφυλον
ὀφίουρος
ὀφιοῦσσα
ὀφιοῦχος
ὀφιοφάγος
ὀφιοφόρος
ὄφις
ὀφίτης
ὀφιώδης
ὀφίων
ὀφλανεῖ
ὄφλημα
ὄφλησις
ὀφλητής
ὀφλισκάνω
ὄφρα
ὀφρυάζω
ὀφρυανασπασίδης
View word page
ὀφίτης
of or like a serpent

ShortDef

of or like a serpent

Debugging

Headword:
ὀφίτης
Headword (normalized):
ὀφίτης
Headword (normalized/stripped):
οφιτης
IDX:
63931
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63932
Key:

Data

{'content': 'of or like a serpent'}