Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀφθαλμοβόρος
ὀφθαλμοδουλεία
ὀφθαλμοειδής
ὀφθαλμοκλέπτης
ὀφθαλμοπονέω
ὀφθαλμοπόνος
ὀφθαλμός
ὀφθαλμόσοφος
ὀφθαλμότεγκτος
ὀφθαλμοφανής
ὀφθαλμωρυχέω
ὀφθαλμωρύχος
ὀφιακός
ὀφίασις
ὀφιηβοσίη
ὀφιοβόρος
ὀφιογενής
ὀφιόδειρος
ὀφιόδηκτος
ὀφιοδιώκτης
ὀφιοειδής
View word page
ὀφθαλμωρυχέω
gouge out the eyes

ShortDef

gouge out the eyes

Debugging

Headword:
ὀφθαλμωρυχέω
Headword (normalized):
ὀφθαλμωρυχέω
Headword (normalized/stripped):
οφθαλμωρυχεω
IDX:
63901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63902
Key:

Data

{'content': 'gouge out the eyes'}