Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀφθάλμια
ὀφθαλμίας
ὀφθαλμιάω
ὀφθαλμίδιον
ὀφθαλμίζομαι
ὀφθαλμικός
ὀφθαλμῖτις
ὀφθαλμοβολέω
ὀφθαλμοβόλος
ὀφθαλμοβόρος
ὀφθαλμοδουλεία
ὀφθαλμοειδής
ὀφθαλμοκλέπτης
ὀφθαλμοπονέω
ὀφθαλμοπόνος
ὀφθαλμός
ὀφθαλμόσοφος
ὀφθαλμότεγκτος
ὀφθαλμοφανής
ὀφθαλμωρυχέω
ὀφθαλμωρύχος
View word page
ὀφθαλμοδουλεία
eye-service
ShortDef
eye-service
Debugging
Headword:
ὀφθαλμοδουλεία
Headword (normalized):
ὀφθαλμοδουλεία
Headword (normalized/stripped):
οφθαλμοδουλεια
IDX:
63892
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63893
Key:
Data
{'content': 'eye-service'}